Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας (σήμερα θεωρείτο ως πόλη του η Ραμλέχ, τρία χιλιόμετρα νοτίως της Λύδδας), ένας εκ των μελών του Συνεδρίου, επήγε προς την αγορά για να αγοράσει κειρίας, ταινίες δηλαδή για να προσδέσουν τα χέρια και τα πόδια, οθόνια , πλατείς δηλαδή επίδεσμοι για να περιτυλίξουν το Σώμα (σινδόνα ως λέγει ο Μάρκος) και σουδάριον, με το οποίον ετύλιγαν το πρόσωπο, πριν κατέλθει το Σώμα στον τάφο.
Ο Νικόδημος, μέλος και αυτός του Συνεδρίου, νομικός και μέλος ταυτόχρονα των Φαρισαίων. Παρά ταύτα, και αυτός όπως ο Ιωσήφ, αγόρασαν τα ακριβότερα και πλέον πολύτιμα είδη και αρώματα για τον Χριστό. Ο Ιωσήφ, βοηθούμενος από τον Νικόδημο και κάποιες ευλαβείς γυναίκες, ανήλθε στον Τίμιο Σταυρό με τη βοήθεια μιάς κλίμακας, αφήρεσε τα καρφιά (ένα ή δύο εξ αυτών βρίσκονται σήμερα στην Ιερά Μονή του Φιλοθέου στο Άγιον Όρος), ενώ οι άλλοι αφερούσαν τα καρφιά από τα Άχραντα πόδια του Κυρίου. Άπλωσαν το σινδόνι και ενετύλιξαν τον Κύριο, αφήρεσαν το ακάνθινο στεφάνι και έπλυναν με χλιαρό νερό τας πληγάς του Χριστού. Έλουσαν όλο το Σώμα, για να αφαιρέσουν τα ίχνη των ιδρωτών, την κόνιν και όλα τα στίγματα και τα εμπτύσματα της ταλαιπωρίας. Έλουσαν το Πρόσωπο, στο οποίο τα μαλλιά είχαν κολλήσει από το θρομβωθέν Αίμα και έκλεισαν τα μάτια του Κυρίου (Γεν. μστ' 4). Έκλεισαν το ημιάνοικτον Πανάγιον Στόμα του Θεανθρώπου Ιησού και άλειψαν με πολυτιμότατο μύρο όλο το Πανάγιο Σώμα (μίγμα σμύρνας και αλόης ωσάν λίτρας εκατόν). Ενετύλιξαν το Τίμιο Σώμα με τας πολυτίμους λευκάς συνδόνας. Οι υπηρέτες του Ιωσήφ βοηθούσαν. Πιθανότατα, ο Ιωσήφ χρησιμοποίησε ένα ειδικό φέρετρον της εποχής (Λουκ. ζ'14), και απο κοινού με τον Νικόδημο, βαστάζοντες το Πανάγιο Σώμα, οδηγούσδαν Αυτό επί του Τάφου, ενώ οι γυναίκες ακολουθούσαν κλαίγοντας.