"Ωσάν κολπίσκος απάνεμος,
καρδιοφρούρητο καταφύγιο έστησα, θαρρώ, για να σε αποπροσανατολίσω!
Σιμά ποθώ, σιμά μου νοιάζομαι να σύρω το σκαρί σου.
Μα δεν υπολογίζω μιας, σε ζύγισα ορθά τις θάλασσες του κόσμου.
Απανταχού της γης φυσούν, και άμποτε, μη δώσουν και σε πάρουν!
Και απόμερα έστεκα ολημερίς και θέριευα, πως,
τάχα, έμαθα λιμάνια να στολίζω...!"